ψαλτηρίου

ψαλτηρίου
ψαλτήριον
stringed instrument
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • αίνοι — Ονομασία των τριών τελευταίων ψαλμών του Ψαλτηρίου (ρμη’, ρμθ’, ρν’). Την ονομασία τους οφείλουν στο προτρεπτικό «αινείτε», με το οποίο αρχίζουν οι περισσότεροι στίχοι τους. Στην εποχή του Χριστού αποτελούσαν μέρος της πρωινής λατρείας της… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • νάβλα — η (Α νάβλα και ναῡλα, ἡ, και νάβλας, ὁ) είδος ψαλτηρίου, μουσικού οργάνου φοινικικής ή, κατ άλλους, εβραϊκής προέλευσης, με δέκα ή δώδεκα χορδές («τὸ ὑδραυλικὸν τοῡτο ὄργανον τοῡ καλουμένου νάβλα, ὅv φησι Σώπατρος... Φοινίκων εἶναι καὶ τοῡτον… …   Dictionary of Greek

  • προοιμιακός — ή, ό / προοιμιακός, ή, όν, ΝΜΑ [προοίμιον] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε προοίμιο, προλογικός, εισαγωγικός νεοελλ. μσν. το αρσ. ως ουσ. ο προοιμιακός (λειτ.) ο 103ος Ψαλμός τού Ψαλτηρίου τής Παλαιάς Διαθήκης, ο οποίος αποτελεί το προοίμιο τού… …   Dictionary of Greek

  • Αθανάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Ταρσού. Μαρτύρησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Βαλεριανού (253 259), γιατί βάφτισε κάποια νέα που ονομαζόταν Ανθούσα. Συνεορτάζουν στις 22 Αυγούστου. 2. Ένας από τους 33 μάρτυρες, που… …   Dictionary of Greek

  • αναβαθμοί — Δεκαπέντε μικροί ιουδαϊκοίψαλμοί. Τουςέψαλλαν οι προσκυνητέςπου ανέβαιναν στα Ιεροσόλυμα. Στη βυζαντινή λειτουργική ορολογία α. ονομάζονταν το IH’ κάθισμα του Ψαλτηρίου και 75 τροπάρια που αναφέρονται στα θέματα των παραπάνω ψαλμών. Ποιητής των… …   Dictionary of Greek

  • Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε …   Dictionary of Greek

  • Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Ζαχαρίας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Πατέρας του Ιωάννη του Πρόδρομου, ιερέας στον ναό της Ιερουσαλήμ, όταν ήταν βασιλιάς της Ιουδαίας ο Ηρώδης. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ενώ εφημέρευε στον ναό, είδε σε όραμα τον αρχάγγελο Γαβριήλ, ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”